φιλοκαλία

φιλοκαλία
φῐλοκᾰλ-ία, ,
A love for the beautiful, D.S.1.51.
2 love of cleanliness, Hsch.
3 Arithm., calculation, working out, Vett.Val. 361.22.
4 care, attention, Hippiatr.68.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φιλοκαλία — φιλοκαλίᾱ , φιλοκαλία love for the beautiful fem nom/voc/acc dual φιλοκαλίᾱ , φιλοκαλία love for the beautiful fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοκαλίᾳ — φιλοκαλίᾱͅ , φιλοκαλία love for the beautiful fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοκαλία — η, ΝΜΑ [φιλόκαλος] 1. αγάπη για το ωραίο, καλαισθησία 2. ως κύριο όν. Φιλοκαλία εκκλ. απάνθισμα τών συγγραμμάτων τού Ωριγένους,το οποίο συνέταξαν ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός μσν. αρχ. φροντίδα, προσοχή αρχ. 1. καλαίσθητη… …   Dictionary of Greek

  • φιλοκαλία — η το να είναι κανείς φιλόκαλος (βλ. λ.), η αγάπη για το ωραίο, η καλαισθησία, η αισθητικότητα, το γούστο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φιλοκαλίας — φιλοκαλίᾱς , φιλοκαλία love for the beautiful fem acc pl φιλοκαλίᾱς , φιλοκαλία love for the beautiful fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοκαλίαι — φιλοκαλίᾱͅ , φιλοκαλία love for the beautiful fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοκαλίαν — φιλοκαλίᾱν , φιλοκαλία love for the beautiful fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοκαλίαις — φιλοκαλία love for the beautiful fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλόκαλος — η, ο / φιλόκαλος, ον, ΝΜΑ αυτός που αγαπά το ωραίο, που έχει φιλοκαλία, καλαίσθητος αρχ. 1. αυτός που τού αρέσει ο στολισμός, ο καλλωπισμός («καὶ φιλόκαλον περὶ ὅπλα καὶ φιλότιμον ἐπὶ πᾱσι τοῑς τοιαύτοις», Ξεν.) 2. αυτός που επιζητεί διάκριση,… …   Dictionary of Greek

  • ДОБРОТОЛЮБИЕ — Господь Вседержитель с предстоящими свт. Макарием Нотарой и прп. Никодимом Святогорцем. Гравюра. 50 е гг. ХХ в. Господь Вседержитель с предстоящими свт. Макарием Нотарой и прп. Никодимом Святогорцем. Гравюра. 50 е гг. ХХ в. [греч. Θιλοκαλία],… …   Православная энциклопедия

  • Nicodemus the Hagiorite — Part of a series on Eastern Christianity …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”